Σπονδή στον Ήλιο με βινσάντο (ύμνος στη Σαντορίνη)
Ποίηση για τη Σαντορίνη
«Σπονδή στον Ήλιο κάντε με βινσάντο,
θηρεύοντας του νου σας το Ελντοράντο!»
Κυκλαδανθέ, που βλάστησες σε λάβα και σε στάχτη
και βγήκες μέσα από της γης τα φλογερά τα σπλάχνα,
που η γέννησή σου αντήχησε σα ρόχθος καταρράχτη
κι από πελάγου ζέοντος φασκιώθηκες την άχνα:
Τ’ όνομα που έχεις ξακουστό, σε λένε Σαντορίνη
κι από παλιά σ’ αποκαλούν ενίοτε και Θήρα,
ο Ήφαιστος σε πύρινο σε βάφτισε καμίνι
και χάραξε ο Εγκέλαδος τη βροντερή σου μοίρα
Άλλοτε σε προσφώνησαν Καλλίστη και Στρογγύλη
γιατί μορφή είχες στρόγγυλη, χωριά γεμάτα κάλλος,
που σαν και τώρα πρόβαλλαν σ’ ενός γκρεμού τ’ αχείλι
και τον γκρεμό στεφάνωναν ωσάν φεγγόβολη άλως
Εκείνον τον ψηλό γκρεμό, που λέγεται καλδέρα
και χτίστηκε με κόκκινο πυρακτωμένο μάγμα,
χαρά σ’ εκείνον που κινεί μια ζαφειρένια μέρα
στην κορυφή του ν’ ανεβεί καβάλα σε όνου σάγμα
Αχτές σου μαυροβότσαλες και κόκκινά σου βράχια
με του Αιγαίου τη θάλασσα φιλιούνται τη γαλάζια
και σπίτια σου κατάλευκα στ’ αγκρεμοκαταράχια
νερά βλέπουνε πράσινα στα γύρω τα μπουγάζια
Μες στη σιωπή του ηφαίστειου τις στάχτες αγναντεύει
σε γη που δεν ακούγονται κιθάρες και λαγούτα
η Θηρασιά, που στον χορό της Θήρας δεν χορεύει
και στέκει ανεπιτήδευτα, σαν άλλη Σταχτοπούτα
Ουδόλως όμως υστερεί σε κάλλος και σε φύση,
η γη της είναι πρόσφορη για ρέμβη και γαλήνη,
κι αν κάποιος του Ήλιου λαχταρά το γέρμα ν’ ατενίσει
στη Θηρασιά θα το χαρεί όπως στη Σαντορίνη
Νησί των αντιθέσεων, δίσημη Σαντορίνη,
που κρύβεις όψεις μέσα σου μυθώδους υβριδίου,
τ’ όνομά σου γεννήθηκε μέσ’ απ’ τη λέξη ειρήνη
κι ας ζεις στην πολεμόχαρη ανάσα του ηφαιστείου
Δομείσαι στην αντίφαση• της Θηρασιάς η Ρίβα
άγνωστη δίπλα στέκεται στην ξακουστή την Οία,
μ’ έναν διττό μοιάζεις θεό που τονε λέγαν Σίβα,
σκορπίζεις την καταστροφή, γεννάς δημιουργία
Όσες φορές κι αν σκεπαστείς με την καυτή τη λάβα
ξανά μες απ’ την τέφρα σου σαν φοίνικας γεννιέσαι,
δε λησμονήθηκες ποτέ μες στων καιρών το διάβα
παρόλο που απ’ τη μάνητα της λάβας τυραννιέσαι
Στα καλντερίμια των Φηρών και του Μεροβιγλίου
ένα τ’ Αυγούστου δειλινό θα βγω να σεργιανίσω,
αυτόπτης μάρτυς να γενώ της δύσης του Ηλίου,
ηλιοβασίλεμα γλυκό να πιω και να μεθύσω
Κι από του Σκάρου την κορφή την πλάση θα εξυμνήσω
στον Ήλιο κάνοντας σπονδή με λαγαρό βινσάντο
κι εκεί ψηλά, τα πέλαγα του νου μου θα βιγλίσω
κι όσους θηρεύουν πειρατές του κάλλους το Ελντοράντο
Εσύ που κόρη της φωτιάς και των κινδύνων είσαι
κι ενός παλιού πολιτισμού προκάλεσες το τέρμα,
μάθε μας πώς ο θάνατος, μυστηριώδη νήσε,
έναυσμα γίνεται ζωής και το αφετήριον έρμα
Νικόλαος Βαρβατάκος*
*Μερικά στοιχεία για τον ποιητή πιο κάτω στην ιστοσελίδα
Ο Νικόλαος Βαρβατάκος γεννήθηκε το 1976 και διαμένει στον Πειραιά με τη σύζυγό του, Δήμητρα Βαρβατάκου-Παπαπαναγιώτου. Είναι απόφοιτος μεταφραστικών σπουδών από και προς την αγγλική, καθώς και απόφοιτος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου. Μια από τις ενασχολήσεις του είναι η μελέτη και η συγγραφή παραδοσιακής, έμμετρης και ομοιοκατάληκτης, ποίησης. Το ανωτέρω έργο του βρίσκεται αναρτημένο και στον ποιητικό ιστότοπο http://spartinos.ning.com, όπου φιλοξενείται το σύνολο του στιχουργικού του έργου με το ψευδώνυμο liontas. Ποίησή του έχει επίσης δημοσιευθεί εντύπως στα περιοδικά Ποιητική, Κουκούτσι, Πνοές Λόγου και Τέχνης, Νέα Αριάδνη, Άνευ και Νόημα.
ΠΟΙΗΣΗ - ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ